Ίντα συνήθεια είν’ αυτή
Κι ίντα κακό κεφάλι
Να προσπερνούν αδιάφοροι
στο εδικό μου χάλι;
Το καλοκαίρι ψήνουμαι
Και το χειμώνα τρέμω
Και μια αλυσίδα με κρατεί
Γι αλλού να μην προσμένω.
Έρημος κι άχαρος να ζω
τη μαύρη τη ζωή μου
Που φόρτωσέ μου βάσανα
ώσπου να βγει η ψυχή μου.
Μα κάποιες όμορφες ψυχές
Ενοιώσαν τον καημό μου
Φωνάξαν κι επιβάλανε
Νόμο για το καλό μου.
Κι έτσι μονάχο σα με δεις
Να κλαίω που υπάρχω
Βοήθησέ με να χαρείς
καλή ζωή για να ‘χω…
Χ.Γ.