Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή μια πρόσφατη δίκη που αφορούσε κακοποίηση αρκετών ζώων συντροφιάς και αποτελεί απάντηση επί της ουσίας στην υπερασπιστική γραμμή του συνηγόρου του κατηγορούμενου αλλά και στην περιρρέουσα φημολογία- κακόβουλη τις περισσότερες φορές- για τα μέλη των φιλοζωικών συλλόγων στο νομό και στην χώρα μας αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και απάντηση στην αποκλίνουσα της νομοθεσίας στάση αστυνομικών μαρτύρων-λίγων ευτυχώς- οι οποίοι εκφράζουν προσωπικές απόψεις για το τι συνιστά κακοποίηση κατά παράβαση της ελληνικής νομοθεσίας αλλά και των εντολών του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ .
Μέσα στα χρόνια που δραστηριοποιούμαι στον αγώνα για την προστασία των ζώων, έχω να μετρήσω πολλές φορές που βρέθηκα αντιμέτωπη με “επιθέσεις” από ανθρώπους, από συμπολίτες μας, οι οποίοι στο πρόσωπό μου έβλεπαν έναν εχθρό.
Οι επιθέσεις τους ήταν κυρίως σε προσωπικό, ηθικό επίπεδο και εύκολα μπορούσε κανείς να διακρίνει -εγώ τουλάχιστον μπορούσα- τον απαραίτητο μισογυνισμό και την απαξίωση που έρχεται από το βαθύ απόθεμα του πατριαρχικού παρελθόντος μας και που υπονοεί ότι η γυναίκα έχει αξία μόνο ως σύζυγος και μητέρα, δηλαδή εντός του στενού οικογενειακού κύκλου. Απόθεμα πάντα ενεργό ως κοινωνικό αντανακλαστικό για κάθε χρήση, παρά τα βήματα και τους αγώνες φεμινιστριών και φεμινιστών….
Ξεπερνώντας την προσωπική πικρία που κάθε άνθρωπος αισθάνεται όταν προπηλακίζεται και τον φόβο που νιώθει ακόμα και για την ζωή ή την σωματική του ακεραιότητα και λειτουργώντας ως δημόσιο πρόσωπο, προσπαθώ να ανιχνεύσω τα ουσιώδη επιχειρήματα που αυτές οι επιθέσεις θέλουν να κρύψουν, διότι εκεί βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, το πραγματικό πολιτισμικό, κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα που αναδεικνύει το Φιλοζωικό κίνημα.
Για να το κάνω αυτό, θα προσπαθήσω να κατηγοριοποιήσω αυτά τα επιχειρήματα: σε κάποιες μεγάλες ευκρινείς ομάδες :
Ομάδα πρώτη : “Και τι σε νοιάζει εσένα, μωρή;”
Μεγάλο μέρος της «δουλειάς» που αναλαμβάνει ένας φιλόζωος, ιδιαίτερα μάλιστα εάν τυχαίνει να είναι δραστήριο μέλος κάποιου φιλοζωικού οργανισμού , είναι να παρέμβει σε καθημερινές ιστορίες κακοποίησης, εγκλεισμού, εγκατάλειψης, βασανισμού, δολοφονίας ανυπεράσπιστων ζώων κατά κανόνα μετά από μια καταγγελία.
Είναι ένας εθελοντισμός δύσκολος και ψυχοφθόρος που εμπλέκει κατ’ ανάγκη τις αστυνομικές αρχές και πολλές φορές καταλήγει στα δικαστήρια. Πέρα όμως από τη νομική πλευρά της παραβατικότητας αυτής (οι άνθρωποι αυτοί παραβιάζουν την κείμενη νομοθεσία του ελληνικού κράτους), θέλω να σταθώ σ’ αυτό που συνήθως ακούμε το “τι σε νοιάζει εσένα;” ή “εσύ να κοιτάς τη δουλειά σου” , «δικό μου είναι το ζώο ο,τι θέλω το κάνω» .
Η στάση των κακοποιητικών αυτών ανθρώπων δείχνει, κατά την γνώμη μου, την ύπαρξη μιας παγιωμένης αντίληψης που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία σε σχέση με τα ζώα . Όπως σε παλαιότερες εποχές, που δεν έχουν ακόμα ξεπεραστεί, ο πατέρας – αφέντης είχε το δικαίωμα ζωής και θανάτου στα μέλη της οικογένειάς του (γυναίκα, παιδιά) ή απόλυτου καθορισμού της μοίρας τους, πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού του, έτσι και σήμερα το “δικαίωμά του” αυτό μετακυλίεται στα ζώα του σπιτιού ή και έξω από αυτό, τα οποία αντιμετωπίζονται ως απαράβατη ιδιοκτησία του και στο επίπεδο του άψυχου πράγματος. Ο κακοποιητικός ιδιοκτήτης λειτουργεί απέναντι στο ζώο με άξονα τις δικές του προτεραιότητες, τις δικές του ανάγκες, τις δικές του διαστροφές, ενώ το ζώο σαν αυτόνομος ζωντανός οργανισμός που επίσης έχει ανάγκες και μπορεί να νιώθει τον πόνο, την αγωνία, την απελπισία, εξαφανίζεται.
Έτσι, μπορεί να ταΐζει ή να μην ταΐζει το ζώο, να το αφήνει άρρωστο και εκτεθειμένο στις καιρικές συνθήκες, να το αλυσοδένει και να το καταδικάζει να ζει ολόκληρη τη ζωή του σε λίγα μέτρα, να το δέρνει για να το εκπαιδεύσει, να το σκοτώνει εάν κρίνει ότι τον ενοχλεί και άλλα πολλά, στο πλαίσιο της αυθαιρεσίας του. Όλες αυτές οι συμπεριφορές θεωρείται ότι εντάσσονται στην ιδιωτική σφαίρα και εμπίπτουν στην ελευθερία της ιδιοτροπίας του κακοποιητικού ενώ κάθε παρέμβαση φιλόζωων πολιτών ή αστυνομικών αρχών για να πάψουν, τον εξαγριώνει ως παραβίαση του ιδιωτικού του χώρου και ως παρεμπόδιση να ασκεί την δύναμη και την κυριαρχία του σε πιο αδύναμα και εξαρτημένα πλάσματα. Εάν όμως δεν ανεχόμαστε αυτές τις κυριαρχικές συμπεριφορές απέναντι σε πλάσματα που λόγω θέσεως δεν μπορούν να προβάλουν αντίσταση ή να αμυνθούν, τότε θα πρέπει να επεκτείνουμε αυτή την μη ανεκτικότητά μας και στα ζώα.
Αυτό λοιπόν που το Φιλοζωϊκό κίνημα λέει σε όλους τους τόνους, είναι ότι οι κακοποιητικές συμπεριφορές απέναντι στα ζώα- δεν θα υπεισέλθω σε αυτό το άρθρο στα θέματα των δικαιωμάτων των ζώων και στην ανάγκη τους να έχουν την δική τους εγγενή αξία και ζωή και να μην χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο- , δεν είναι ατομική υπόθεση προσωπικού γούστου, αλλά όπως από την εποχή του ο διαφωτιστής φιλόσοφος Εμμάνουελ Καντ υπέδειξε, είναι μια δημόσια υπόθεση, αφού σε κάθε περίπτωση κακοποίησης ζώου προσβάλλεται η ίδια η ζωή και οι προϋποθέσεις της, και εντέλει η ίδια η ανθρωπότητα και η αξιοπρέπεια που διεκδικεί.
Το Φιλοζωϊκό κίνημα, με την δράση και τον λόγο του, διεκδικεί αυτόν τον δημόσιο χώρο όπου δοκιμάζεται η ανθρωπιά, η ευνομία και ο πολιτισμός κάθε προηγμένης κοινωνίας. Σε κάθε παρέμβασή μας για την προστασία των ζώων δεν εκδηλώνουμε μόνο μια συναισθηματική μας ευαισθησία, την οποία μπορεί κάποιος να μην συμμερίζεται, αλλά την διαπραγμάτευση των ορίων ανάμεσα στην ιδιωτική και την δημόσια σφαίρα, πράγμα που είναι ένα εξόχως πολιτικό ζήτημα Όσο κι αν φαίνεται παράξενο σε μια εποχή γενικευμένου ατομικισμού και απάθειας εμείς λέμε : Ναι, εμάς μας νοιάζει .
Ομάδα δεύτερη: “Από πού πληρώνεστε , από πού τα παίρνετε; Τι συμφέροντα οικονομικά εξυπηρετείτε;”.
Στενά συνδεδεμένη με την πρώτη Ομάδα είναι η δεύτερη. Το πράγμα πάει κάπως έτσι: “Εφόσον λέτε ότι σας νοιάζει, τότε, δεν μπορεί, κάποιο όφελος έχετε, κάποιο συμφέρον εξυπηρετείτε”. Είναι αυτό που ακούμε πιο συχνά από οτιδήποτε άλλο.
Δεν χρειάζεται να επιδοθώ σε μια απολογητική των οικονομικών των φιλοζωικών σωματείων ή του κάθε φιλόζωου, για να αποδείξω ότι όχι μόνο δεν πληρωνόμαστε από κάποιον κρυφό χρηματοδότη αλλά ότι συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο και αδιανόητο για πολλούς, να βάζουμε χρήματα από την τσέπη μας και τον οικογενειακό μας προϋπολογισμό για να στηρίξουμε την υπόθεση της περίθαλψης, της φιλοξενίας και άλλων αναγκών των ζώων, για τις οποίες άλλοι φορείς, όπως οι Δήμοι και κυρίως το Κράτος , κατά κανόνα, αδιαφορούν.
Θα σταθώ σε αυτό που πραγματικά λέει μια τέτοια “κατηγορία” εναντίον μας. Αυτό, λοιπόν, που πραγματικά λέει είναι ότι σε μια πλήρως εκχρηματισμένη κοινωνία δεν υπάρχει πλέον χώρος για κάποια δράση που δεν αποφέρει κάποιο μετρήσιμο όφελος, πολύ περισσότερο κάποια δράση που να ζημιώνει τον πράττοντα. Πρόκειται για την γνωστή εξάπλωση του οικονομικού σε όλες τις σφαίρες της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.
Μια εξάπλωση που είναι πραγματικά σαρωτική, μια αποίκηση του homo oeconomicus ακόμα και στα “ιερά και τα όσια” της αστικής κοινωνίας, όπως η οικογένεια. Οπότε δεν μας εκπλήσσει. Επιπλέον εκφράζει τους μύχιους πόθους αυτών που εξαπολύουν αυτές τις κατηγορίες, δια του γνωστού ψυχολογικού φαινομένου της προβολής: Αυτό που θα ήθελαν πολύ οι ίδιοι για τους εαυτούς τους, δηλαδή να χρηματιστούν, κοινώς να τ’ αρπάξουν, να πιάσουν την καλή, εάν τους δινόταν η ευκαιρία αλλά δεν το μπορούν για διάφορους λόγους, το προβάλλουν σε κάποιους άλλους που θέλουν να μειώσουν ηθικά. Ο ίδιος προβολικός μηχανισμός λειτουργεί κοινωνικά σε όλα τα επίπεδα.
Εκτός αυτών όμως, η κατηγορία για μυστική χρηματοδότηση των φιλοζωικών οργανώσεων και για κρυφά συμφέροντα των φιλόζωων, εντάσσεται στο γενικότερο κλίμα καχυποψίας και παρακμής που τροφοδοτεί το ρεύμα του λαϊκισμού και της μαύρης προπαγάνδας της λάσπης.
Ομάδα τρίτη : Νοιάζεστε για τα ζώα και όχι για τους ανθρώπους.
Πολλές φορές μας πετάνε κατάμουτρα την κοινότοπη κατηγορία ότι αδιαφορούμε για τους ανθρώπους. Την στιγμή που τόσα παιδιά πεινάνε, που υπάρχει τόση δυστυχία γύρω μας, είναι προκλητικό και ελιτίστικο να ασχολείστε με τα ζώα!, μας λένε. Βέβαια αυτοί που τα λένε δεν ασχολούνται ούτε με τους ανθρώπους ούτε με τα ζώα αλλά μόνο με τον «απατό» τους.
Πιο κυνικά ακόμα και για να υπογραμμίσουν την ελλειπή φιλανθρωπία μας, μας τοποθετούν στην κατηγορία των “κυριών με τα σκυλάκια”. Πράγματι υπάρχει δυστυχία και τεράστια ανισότητα στον κόσμο μας, αλλά γι’ αυτά τα προβλήματα όχι μόνο δεν ευθύνονται τα άλλα έμβια πλάσματα του πλανήτη, αλλά είναι κι αυτά θύματα της τεράστιας ανθρώπινης αλαζονείας, της απληστίας και των σχέσεων οικονομικής και όχι μόνο κυριαρχίας κυριαρχίας που ο άνθρωπος επέβαλε διαταράσσοντας κάθε οικολογική ισορροπία. Τα ολέθρια αποτελέσματα της αλόγιστης συμπεριφοράς που συνόδευσε την βιομηχανική επανάσταση έχουν πλέον γίνει εμφανή σε όλους. Είναι επομένως ανακόλουθο, αν όχι και υποκριτικό, να λέμε ότι η οικολογική καταστροφή είναι κάτι φοβερό και δυσοίωνο για το μέλλον της ανθρωπότητας, να φυτεύουμε δεντράκια, να κάνουμε ανακύκλωση, να θέλουμε τα παιδιά μας να αποκτήσουν οικολογική συνείδηση και την ίδια στιγμή να εγκαλούμε αυτούς που δείχνουν έμπρακτα το ενδιαφέρον τους για την δεινοπαθούσα ζωή στον πλανήτη, ως απάνθρωπους!
Περαιτέρω αυτή η άποψη φέρνει στο προσκήνιο το δραματικό δίλημμα : άνθρωπος ή φύση. Ένα δίλημμα με θρησκευτικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις, για το οποίο πολλά θα μπορούσαμε να πούμε. Ο ανταγωνισμός που υποκρύπτεται εδώ είναι σύμφυτος με τις κοινωνίες της μεγέθυνσης και του καταναλωτισμού στις οποίες ζούμε. Στις κοινωνίες μας, της δήθεν αφθονίας και της ανάπτυξης, οι άνθρωποι έχουμε επιβάλλει τους όρους μας στα υπόλοιπα είδη : βιομηχανικές συνθήκες εκτροφής και σφαγής, καταστροφή των βιότοπων που αποτελούν την κατοικία της άγριας ζωής, χρησιμοποίηση των ζώων για διασκέδαση, για κοινωνική διάκριση και αθλητισμό (!), ανεξέλεγκτη χρήση στα εργαστήρια ως πειραματόζωα για “επιστημονικούς” σκοπούς κι όλα αυτά στο όνομα ενός δήθεν ουμανισμού.
Εμείς λέμε ότι η ανθρώπινη δυστυχία διαιωνίζεται μέσα από τα διλήμματα του τύπου “άνθρωπος ή φύση” και απέναντι σ’ αυτήν επιλέγουμε να δώσουμε την μοναδική απάντηση που είναι πραγματικά ανθρώπινη : την ενστάλαξη της συμπάθειας και της προσφοράς προς κάθε πλάσμα , ανθρώπινο ή μη, που βρίσκεται σε δυσχερή θέση.
Νατάσα Μπομπολάκη