Μεγάλο παράνομο εκτροφείο – κολαστήριο που λειτουργούσε τουλάχιστον δέκα χρόνια -όπως φαίνεται από τη σελίδα του στο διαδίκτυο- έκλεισε μετά από καταγγελία της ΠΦΠΟ στις 10/7. Η Εισαγγελία Λιβαδειάς, η Δ/νση Αστυνομίας Βοιωτίας και η Κτηνιατρική υπηρεσία κινήθηκαν άμεσα, έκαναν έλεγχο στις 21/7, συνέλαβαν με τη διαδικασία του αυτόφωρου και καταδίκασαν τον παράνομο εκτροφέα σε φυλάκιση ενός έτους και 4 μηνών με αναστολή και πρόστιμα 5000 ευρώ και 120 ημερήσιων μονάδων για τα αδικήματα της έλλειψης άδειας, της μη τήρησης των κανόνων ευζωίας και της απουσίας βιβλιαρίου υγείας. Επιπλέον 8000 ευρώ πρόστιμο επέβαλε η Αστυνομία.
Στην απάντηση που μας απέστειλε με έγγραφο της η Αστυνομία, στον αρχικό έλεγχο που διενεργήθηκε στο χώρο διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν «περίπου» 150 σκυλιά σε κακή κατάσταση, υποσιτισμένα και αφυδατωμένα, δεμένα σε πρόχειρα καταλύματα από τσίγκους, ξύλα κλπ χωρίς σήμανση και βιβλιάρια υγείας για τα εμβόλια. Ταυτόχρονα ο Δήμος Λιβαδειάς με έγγραφό του στις 21/7 ενημέρωσε ότι δεν ήταν σε θέση να αναλάβει τη φροντίδα των ζώων. Χρειάστηκαν συνεχείς επικοινωνίες με την Εισαγγελία, την Κτηνιατρική, την Αστυνομία και τον Δήμο, ώστε να μεταβούν τελικά Τρίτη 27/7 στο χώρο για καταγραφή των ζώων, τα οποία σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του αρμόδιου αντιδημάρχου, θα σημανθούν ηλεκτρονικά στο όνομα του Δήμου, θα τύχουν κτηνιατρικής περίθαλψης, θα στειρωθούν και θα προωθηθούν για υιοθεσία.
Δυστυχώς από τα «περίπου 150» ζώα που αναφέρονται στο έγγραφο της Αστυνομίας, εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν 67 δηλαδή λιγότερα από τα μισά. Ακόμη κι αν ο υπολογισμός του αριθμού έγινε πρόχειρα και με το «μάτι» η διαφορά είναι πολύ μεγάλη για να πέσει κανείς τόσο έξω .
Ο ακριβής αριθμός και η τύχη των υπόλοιπων αγνοείται παρά τις μέχρι σήμερα οχλήσεις μας, με ευθύνη αυτών που δεν φρόντισαν να σφραγίσουν επί τόπου το χώρο μέχρι να καταγραφούν τα ζώα. Οι πληροφορίες που ήλθαν στην Ομοσπονδία είναι ότι είχε το χρόνο να απομακρύνει τα υπόλοιπα και πιο υγιή ζώα. Δεδομένου ότι πρόκειται για παράνομη εκτροφή θεωρούμε ότι πρέπει να κληθεί να απαντήσει ο εκτροφέας που είναι τα περίπου 80 ζώα που λείπουν, διότι το προφανές είναι ότι τα ζώα μετακινήθηκαν για να συνεχιστεί σε άλλο παράνομο χώρο η ίδια δραστηριότητα. Επίσης ενημερωνόμαστε ότι από τότε και μέχρι σήμερα ένα μήνα μετά, δεν έχει στειρωθεί κανένα ζώο, ούτε έχει προωθηθεί για υιοθεσία αλλά παραμένουν στην ευθύνη του εκτροφέα.
Η Ομοσπονδία, θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά την υπόθεση ώστε να έχει την καλύτερη δυνατή έκβαση και να δοθεί οριστικό τέλος στην απαράδεκτη αυτή δραστηριότητα που αφορούσε εκατοντάδες ζώα όλα αυτά τα χρόνια.
Ωστόσο με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση πρέπει να κάνουμε κάποιες επισημάνσεις. Το εκτροφείο- κολαστήριο, εκτός από πηγή μαύρου χρήματος (δεδομένου ότι τα ζώα πωλούνταν από 500 -1000 ευρώ σύμφωνα με τη σελίδα του παράνομου εκτροφείου), είναι περισσότερο από πιθανό ότι συνέβαλε στην αύξηση των αδέσποτων στην Λιβαδειά, αφού κανείς δεν έλεγχε τι συνέβαινε με όσα ζώα αρρώσταιναν, τραυματίζονταν στο κυνήγι αγριογούρουνων, ήταν κροτοφοβικά, εξαντλημένα από γέννες κλπ. Δυστυχώς παρότι οι εθελοντές φιλόζωοι της Λιβαδειάς είχαν καταγγείλει το θέμα από τις αρχές του 2019 στις τοπικές αρχές, χρειάστηκε η καταγγελία της Ομοσπονδίας για να κινηθούν τα πράγματα.
Όπως έχουμε αναφέρει επανειλημμένα τα αδέσποτα δεν πέφτουν από τον ουρανό. Η συντριπτική πλειοψηφία είναι αποτέλεσμα απαράδεκτων χειρισμών από την πλευρά όσων κερδίζουν από την παράνομη αναπαραγωγή τους και όσων τα χρησιμοποιούν ως εργαλεία (για κυνήγι, φύλαξη κοπαδιών, φύλαξη χώρων, κυνομαχίες κλπ) αδιαφορώντας για την στείρωση και την ευζωία τους. Όσο η Πολιτεία, τα αρμόδια όργανά της και οι Δήμοι δεν παίρνουν μέτρα για να χτυπήσουν το πρόβλημα στην πηγή του, τότε κάθε προσπάθεια περιορισμού των αδέσποτων και της κακοποίησης ζώων στη χώρα μας είναι σταγόνα στον ωκεανό.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά και σε άλλες αντίστοιχες το τελευταίο διάστημα, οι καταγγελίες έπιασαν τόπο και οι παράνομοι εκτροφείς οδηγήθηκαν τελικά στη δικαιοσύνη. Είναι εκατοντάδες ίσως και χιλιάδες ακόμη οι περιπτώσεις που πρέπει να εντοπισθούν, να καταγγελθούν και να ελεγχθούν. Και αυτό μπορεί να γίνει από όσους δεν αδιαφορούν, δεν γυρίζουν την πλάτη στην κακοποίηση των ζώων, όσους ενδιαφέρονται για να περιοριστεί ο τεράστιος αριθμός των αδέσποτων.