«Συμβαίνει συχνά σε μια εποχή η πίστη μας σε μια ιδέα να είναι τόσο ισχυρή που τίποτα να μην μπορεί να την κλονήσει, παρά μόνο η τεράστια προσπάθεια του “πνεύματος”, του θάρρους και της τόλμης. Και ωστόσο αυτή να αποδεικνύεται σε μια μεταγενέστερη περίοδο ότι ήταν ένας τόσο καταφανής παραλογισμός, ώστε να θεωρείται πλέον απορίας άξιο πως ήταν δυνατό να είχε αρχικά επικρατήσει». John Stuart Mill
O βεγκανισμός είναι ένας τρόπος διατροφής και μια στάση ζωής που ενσωματώνει τις υψηλότερες ηθικές αξίες, όπως είναι η μη βία, η δικαιοσύνη και η συμπόνια προς όλα τα συναισθανόμενα πλάσματα. Ωστόσο, αυτό το βαθύ και ισχυρό σύστημα αξιών εξακολουθεί να περιθωριοπείται από την κοινωνία μας, αφού όσοι ενστερνίζονται αυτές τις αρχές έρχονται συχνά αντιμέτωποι με σφοδρές αντιπαραθέσεις και ευτελισμούς ή απλώς με την απαξίωση και την αδιαφορία του κόσμου.
Tα πλεονεκτήματα της αλλαγής στην αντίληψη που φέρνει ο βεγκανισμός είναι ανεκτίμητα. Το φως του βεγκανισμού είναι τόσο λαμπερό που οι άνθρωποι φοβούνται να ανοίξουν τα μάτια τους και να το αντικρύσουν, ακόμη και εκείνοι που τόλμησαν να δουν την αλήθεια πίσω από άλλα κοινωνικά φαινόμενα και να αγωνιστούν γι’ αυτή. Τι είναι αυτό που μας κάνει να προσκολλούμαστε τόσο πεισματικά σε μια πρακτική που είναι σαφώς περιττή, απίστευτα σκληρή, και, εάν συνεχίσει να αφήνεται ανεξέλεγκτη, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει στην καταστροφή μας;
Όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν την άνιση μεταχείριση και την αδικία που συνδέεται με την υποδούλωση και τη σφαγή των ζώων, προκειμένου να χορτάσουν οι άνθρωποι την όρεξη τους για κρέας και άλλα ζωικά προϊόντα. Και δεν είναι μυστικό ότι τα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» ζώων δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για όλα τα είδη των μολυσματικών ασθενειών. Αρχίζει και γίνεται επίσης γνωστό ότι τα ζωικά προϊόντα είναι επιβλαβή για την υγεία του ανθρώπου, των ζώων και ότι η κτηνοτροφία, συμπεριλαμβανομένης της «ελεύθερης βοσκής» και της «βιολογικής κτηνοτροφίας», έχει εμπλακεί σε μερικά από τα χειρότερα εγκλήματα εις βάρος του πλανήτη. Επιπλέον, αρχίζει να βλέπει το φως της δημοσιότητας ο ρόλος που παίζει η ζωική βιομηχανία στον παγκόσμιο λιμό και την έλλειψη τροφίμων στις χώρες του τρίτου κόσμου.
Παρά τις σημαντικές εξελίξεις που έφερε ο ανθρώπινος πολιτισμός, η συνήθεια του φόνου και της θανάτωσης μας κρατάει ακόμα στο σκοταδισμό. Δεν μας αφήνει να καλλιεργήσουμε τις ποιότητες εκείνες που χρειαζόμαστε για να αναπτυχθούμε, αν θέλουμε να λεγόμαστε πολιτισμένοι κι όχι βάρβαροι ή πρωτόγονοι. Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ έχουμε μέσα μας την ενσυναίσθηση, τη συμπόνια, τον οίκτο, και τη δικαιοσύνση, αδιαφορούμε δείχνοντας απίστευτη αναλγησία για τον πόνο και την ταλαιπωρία των ζώων, που όχι μόνο είναι αποδεκτή, αλλά και συχνά προωθείται με διάφορους τρόπους από την κοινωνία μας. Γιατί συμβαίνει αυτό, όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι αισθάνονται έναν τόσο ισχυρό δεσμό και αγάπη προς τα όμοια και αδερφά μας είδη, που είναι τα ζώα;
Τα ζώα μας θυμίζουν τη σχέση που είχαμε εμείς οι άνθρωποι με το φυσικό κόσμο, τον οποίο κάποτε μοιραζόμασταν μαζί τους, και το διαχωρισμό μας απ’ αυτόν. Ίσως από την έντονη επιθυμία να αφήσουμε πίσω μας έναν τρόπο ζωής όπου έπρεπε να αγωνιζόμαστε καθημερινά και άνισα για την επιβίωση μας, καταφέραμε να βγούμε από τον κόσμο της φύσης, αφήνοντας πίσω μας δια παντός τον τρόμο και την αγωνία που μας προκαλούσε η σκληρή αυτή πραγματικότητα. Όμως, αντί να χρησιμοποιήσουμε την πλεονεκτική πια θέση μας για να βοηθήσουμε τα ζώα, την χρησιμοποιήσαμε για να τα καταπιέσουμε περισσότερο, και να τα εξωθήσουμε στο να ζούνε μια ζωή μέσα στο φόβο, τον πόνο, το μαρτύριο και την ταλαιπωρία, ενώ εμείς ως αλαζόνες και υπερόπτες πιστέψαμε ότι εξελιχθήκαμε πέρα από τα ζωικά μας ένστικτα και ότι αποκτήσαμε ηθική συνείδηση. Αυτός είναι ο λόγος που αισθανόμαστε ένοχοι, συνειδητά ή ασυνείδητα, όταν βλέπουμε τα ζώα, γιατί κάτι μέσα μας αναγνωρίζει ότι τα έχουμε προδώσει, και ότι συνεχίζουμε να τα προδίδουμε, σε μαζική κλίμακα.
Τα ζώα θέλουν να ζήσουν κι αυτά και αγωνίζονται για να ξεφύγουν από το καθημερινό τους κολαστήριο. Δεδομένου ότι θέλουμε το ίδιο πράγμα, η συμπόνοια προς αυτά θα έπρεπε να ήταν κάτι το φυσικό. Εμείς όμως επιλέγουμε να την καταστείλουμε ή να την απωθήσουμε, ταυτιζόμενοι με το ρόλο του δυνατού, δηλαδή του θύτη, εξασφαλίζοντας έτσι ότι το ρήγμα μας με το φυσικό κόσμο είναι πλέον οριστικό και αμετάκλητο. Δεν είμαστε πια εκείνοι που κυνηγημένοι από τα άγρια θηρία ανεβαίναμε στα δένδρα για να σωθούμε. Δεν είμαστε πια εκείνοι που γίνονταν το θήραμα, γιατί μετατραπήκακε σε θηρευτές, σε αρπακτικά. Και αν θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε, έννοιες όπως ηδικαιοσύνη, η συμπόνια και ο σεβασμός προς το φυσικό κόσμο, δεν έχουν θέση στη ζωή μας. Όμως ο άνθρωπος αν μπόρεσε να αναπτύξει κάποιες ικανότητες δεν ήταν για να κυριαρχήσει στα άλλα είδη, αλλά για να πορευθεί πλάι τους, να μελετήσει τις κοινωνίες τους και να μάθει από αυτές, μέσα από μια στάση θαυμασμού, υγιούς περιέργειας και πάνω από όλα σεβασμού.
Παντού στον κόσμο, τα ζώα φυλακίζονται, υποδουλώνονται, βασανίζονται και θανατώνονται βίαια. Παντού στον κόσμο άνθρωποι, που κατά τα άλλα είναι ευγενικοί, ενάρετοι και φιλεύσπλαχνοι, εξακολουθούν να αγνοούν αυτή την ανείπωτη δυστυχία στην οποία τα έχουμε υποβάλει και να συμμετέχουν σε αυτή, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Κι έπειτα αναρωτιόμαστε γιατί η ανθρωπότητα μαστίζεται από αχαλίνωτη βία και αγριότητα σε παγκόσμια κλίμακα. Συνεχίζουμε τις ζωές μας, σαν αυτή η κατάσταση να μην υποδηλώνει ένα τρομερό σφάλμα στην ψυχολογική μας κατάσταση ή στο DNAμας. Όμως ποιος θα αμφισβητούσε ότι η αδιαφορία μας αυτή μας οδηγεί σε περισσότερη απευαισθητοποίηση στον πόνο όχι μόνο των ζώων, αλλά και των αδύναμων και απροστάτευτων συνανθρώπων μας; Όπως χαρακτηριστικά, είπε ο Λέων Τολστόι: «Όσο υπάρχουν σφαγεία, θα υπάρχουν και πεδία μάχης», και ο Πυθαγόρας: «Όσο οι άνθρωποι κατασφάζουν ζώα, θα αλληλοσκοτώνονται».
Ο βεγκανισμός, αντίθετα, είναι ένα σημαντικό βήμα σε έναν τρόπο ζωής που νοιάζεται και συμπάσχει με τον πόνο και την οδύνη των άλλων πλασμάτων. Εκτός αυτού, είναι και η λύση που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα με τα οποία έχουμε κατακλυστεί σε κάθε επίπεδο, από το προσωπικό έως το παγκόσμιο.
Ας ονειρευτούμε λοιπόν έναν κόσμο όπου δεν θα υπάρχουν πια προϊόντα παραγόμενα από την εκμετάλλευση και τη δυστυχία των ζώων και την περιβαλλοντική υποβάθμιση και καταστροφή, αλλά από γόνιμους και εύφορους οπωρώνες και καταπράσινους αγρούς που σφύζουν από ζωή. Και αν θέλουμε το όνειρό μας αυτό να γίνει αληθινό, το μόνο που έχουμε να κάνουμε, όπως είπε και ο Αμβρόσιος Μπιρς, είναι να ξυπνήσουμε.